Τρίτη 28 Ιουλίου 2015

Μακριά Από Τους Ανθρώπους: Υποδειγματική μεταφορά του Αλμπέρ Καμύ

Σκηνοθεσία: David Oelhoffen
ΠρωταγωνιστούνViggo Mortensen, Reda Kateb, Djemel Barek
Διάρκεια: 101’
1954: το αντάρτικο κατά των Γάλλων αποικιοκρατών βρίσκεται στιγμές πριν την οριστική του έκρηξη. Σε ένα απομονωμένο χωριό, ο δάσκαλος Daru καλείται να αναλάβει μια σημαντική αποστολή: να συνοδεύσει τον Mohamed, κάτοικο του χωριού και κατηγορούμενο για δολοφονία, στην πόλη για να δικαστεί και να εκτελεστεί. Έχοντας τις αντιρρήσεις του και όντας άρδην διαφορετικός στην ιδιοσυγκρασία του, ο Daru δέχεται. Μέσα από το ταξίδι τους, οι δύο άντρες θα γνωριστούν καλύτερα, θα βρουν όσα τους ενώνουν μα θα νιώσουν και το μίσος του υπόλοιπου κόσμου, με πρώτο και κύριο αυτό του Γαλλικού στρατού. Μαζί, θα κηρύξουν την προσωπική τους επανάσταση απέναντι σε ό,τι τους δυναστεύει. Αργόσυρτο, υπαρξιακό (μην ξεχνάμε, είναι βασισμένο σε έργο του Camus), πολιτικοποιημένο και, εν τέλει, βαρύ ψυχικά, το Μακριά Από Τους Ανθρώπους καταφέρνει να αφιερωθεί εξίσου σε όλα τα ζητήματα που προσπαθεί να αναλύσει, χωρίς να φαίνεται ούτε στιγμή πληκτικό. Και ανάμεσα σε όλα τα υπόλοιπα, έχει και εκπληκτική φωτογραφία.
Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις ταινιών των τελευταίων χρόνων που προσπάθησαν να συνδυάσουν το λογοτεχνικό τους πυρήνα με την κινηματογραφική τους όψη και να καταφέρουν να αποδείξουν τόσο την πιστότητα της μεταφοράς όσο και την σκηνοθετική τους ιδιαιτερότητα. Ιδιαίτερα στην περίπτωση ενός συγγραφέα όπως ο Albert Camus, το γραπτό του είναι μια πρόκληση για τον αναγνώστη, πόσο μάλλον για τον σκηνοθέτη που θα επιλέξει να του δώσει τη διάσταση του ορατού, να το οπτικοποιήσει. Ο David Oelhoffen δε δείχνει πάντως να πτοείται από τη δοκιμασία που θέτει στον ίδιο του τον εαυτό και καταλήγει, μάλιστα, να τιμά το συγκεκριμένο γραπτό (τη Φιλοξενία) με την επιμονή και την κοινωνική/καλλιτεχνική του ανησυχία.
Η κάμερα μεταφέρει το θεατή σε έναν τόπο που στα μυαλά πολλών μέχρι κάποτε φάνταζε εξωτικός, για να αποδείξει ότι είναι τόσο κακοτράχαλος όσο και οι καταστάσεις που ζουν οι κάτοικοι/ήρωες του. Η Αλγερία μπορεί να έχει επαινεθεί στα γραπτά του Camus και στους πίνακες του Cezanne, μα τουλάχιστον στον 20ο αιώνα, δεν έπαυε να είναι μια χώρα που η φυσική της ομορφιά πέρναγε σε δεύτερη μοίρα σε σχέση με τον κοινωνικό της αναβρασμό. Η ματιά του σκηνοθέτη καταφέρνει να τονίσει τι σημαίνει χειμώνας στα αφρικανικά οροπέδια, τονίζοντας τον πορτοκαλί υπέρλαμπρο ήλιο που χαϊδεύει τις βουνοπλαγιές, μα αφήνοντας και τον τσουχτερό άνεμο να εννοηθεί. Μια φωτογραφία τόσο καθαρή, μα συνάμα τόσο αιθέρια θολή, που δεν αφήνει τους πρωταγωνιστές (και το κοινό) να απολαύσουν τις χάρες της. Και αυτό επειδή ξαφνικά θυμόμαστε πως βλέπουμε στυγερές αιματοχυσίες να λαμβάνουν χώρα στο όνομα της ελευθερίας, στο όνομα των ανθρώπων που επιθυμούν την αλλαγή και την καταπολέμηση των εσωτερικών και εξωτερικών εμποδίων.
Αισθητικά, η ταινία χωρίζεται σε δύο μέρη: το πρώτο από αυτά είναι οι σκηνές που η πλοκή προχωρά πιο γοργά, που οι πυροβολισμοί πέφτουν σαν βροχή, χωρίς, ωστόσο, να θυμίζουν κάποια πολεμική ταινία εποχής. Το συναισθηματικό βάρος και το πολιτικό περιεχόμενο αυτών των σκηνών μπορεί να φέρει στο νου ακόμα και τις πιο ευθεία «μάχιμες» στιγμές του Ken Loach, με την τραγικότητα και την αλήθεια που περιέχουν πίσω από τις βιαιότητες, ωστόσο περισσότερο «καλλωπισμένες» από τον άμεσο ρεαλισμό του Loach. Από την άλλη, όμως, υπάρχει η σιωπηλή, συντριπτική μεριά της ταινίας, που της δίνει τον κατάλληλο χώρο ώστε να αναπνεύσει και να εκπέμψει τη βαθύτητα των ζητημάτων της κατευθείαν στο νου του θεατή. Αυτές οι σιωπές που θυμίζουν τις μοναχικές πορείες στη φύση που κανένας ανθρώπινος ήχος δεν μπορεί να καλύψει τον εσωτερικό διάλογο. Και στο ταλαιπωρημένο πρόσωπο του Viggo Mortensen, απαντάται όχι απλά ο ταλαιπωρημένος αντάρτης που παλεύει για τα προσωπικά του ιδανικά, μα και ο άνθρωπος που παλεύει για την ψυχική του λύτρωση.

line-630
Βρισκόμαστε το 1954 στην Αλγερία, ενώ ξεκινά ο αντιαποικιακός αγώνας ενάντια στους Γάλλους. Καθώς οι αντάρτες περικυκλώνουν την περιοχή η σύγκρουση ανάμεσα στο παλιό και στο καινούριο είναι αναπόφευκτη. Ο Νταρού (Βίγκο Μόρτενσεν), ο δάσκαλος του χωριού, πρέπει να συνοδεύσει τον Μοχάμεντ (Ρεντά Κατέμπ), έναν ντόπιο που κατηγορείται για φόνο, μέχρι την πόλη όπου πρόκειται να δικαστεί. Δύο άνθρωποι εντελώς διαφορετικοί μεταξύ τους είναι αναγκασμένοι να διασχίσουν τις απέραντες πεδιάδες της ενδοχώρας. Κυνηγημένοι από τους συγγενείς του δολοφονημένου που ζητούν εκδίκηση, αλλά και από τους Γάλλους στρατιώτες, οι δύο άνδρες επαναστατούν, έρχονται αντιμέτωποι με τη θρησκευτική μισαλλοδοξία όσο και την παράλογη βία του κατακτητή, αλλά, παράλληλα, και με τα προσωπικά τους διλήμματα. Σε ένα απομακρυσμένο σπίτι σε μια ερημική περιοχή στην Αλγερία, σε σκηνικό που θυμίζει και μυρίζει γουέστερν, ο δάσκαλος παραμένει στο μικρό του σχολείο, όπου και διαμένει, παρά τις ταραχές που ξεσπάνε και τις ισορροπίες που διαταράσσονται στην απαρχή του γαλλο-αλγερινού πολέμου, το 1954, και υποχρεώνεται να συνοδεύσει έναν κρατούμενο για φόνο μέχρι το χωριό, αφού αναγκάζεται να τον φιλοξενήσει και να συγκατοικήσει μαζί του για μερικές ημέρες – η ταινία βασίζεται στο διήγημα του Αλμπέρ Καμύ Η Φιλοξενία, του 1957. Ο πρωταγωνιστής, ο Νταρί, ένας pied-noir, Γάλλος που έχει γεννηθεί και μεγαλώσει στην Αλγερία, έρχεται αντιμέτωπος με τη νέα τάξη πραγμάτων, διατηρώντας την ψυχραιμία ενός γνωστικού και αγαπητού πολίτη σε κρίσιμη κατάσταση, αφού ξαφνικά αντιμετωπίζεται με δυσπιστία από τους ντόπιους λόγω της αποικιακής καταγωγής του και με αμηχανία από τους Γάλλους, λόγω της γειτνίασής του με τους επαναστάτες. Η σχέση του με τον υπόδικο Μοχάμεντ, αν και λακωνική και προβληματική στην αρχή, εξελίσσεται σε μια ψυχολογική μονομαχία αμοιβαίας καχυποψίας που αποκαλύπτει μεγαλύτερες ομοιότητες παρά διαφορές ανάμεσα στους δύο άνδρες. Τα πάντα είναι θέμα αποφασιστικότητας και ηθικής: αμφότεροι κυνηγημένοι, πρέπει να βρουν από κοινού έναν τρόπο να ξεπεράσουν την εκρηκτική μισαλλοδοξία που επικρατεί έναντι της λογικής και απειλεί να ισοπεδώσει το δίκαιο και την ανθρωπιά. Το Πέρα από τους ανθρώπους, που διαγωνίστηκε στο Φεστιβάλ Βενετίας του 2014, μας υπενθυμίζει πως το γουέστερν παραμένει ένα είδος ιδανικό για δραματικές εντάσεις και κοινωνικές αποχρώσεις, που βρίσκει πρόσφορο έδαφος και εκτός του φυσικού, δυτικού του τοπίου, κάτι που διαπιστώσαμε πριν από λίγα χρόνια με τον έξοχο Αμερικανό του Άντον Κορμπέιν, και αγκαλιάζει αβίαστα διαφορετικές γλώσσες και χρονικές περιόδους, όπως άλλωστε και ο πιο διεθνής (μαζί με τον Γουίλεμ Νταφόου) Αμερικανός ηθοποιός, ο Βίγκο Μόρτενσεν, που εδώ εντυπωσιάζει με τα σωστά και μετρημένα γαλλικά του. Και ο σκηνοθέτης Νταβίντ Ελοφέν μεταφέρει ένα προφητικό και λιτό κείμενο με τα μάτια στραμμένα στη σημερινή συγκυρία, και με ισορροπημένη αίσθηση ουμανισμού και έντασης, με ταιριαστή μουσική υπόκρουση από τον Νικ Κέιβ και τον Γουόρεν Έλις. Πηγή: www.lifo.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια: